Παρασκευή 29.03.2024 ΚΕΡΚΥΡΑ

Ανίκανο Δημόσιο και άπληστο ιδιωτικό κεφάλαιο στην Κέρκυρα

Editorial
15 Φεβρουαρίου 2017 / 11:14

Να δει κανείς τι μένει στον τόπο από τις επενδύσεις που γίνονται εδώ. Η προτροπή αυτή αποκτάει ιδιαίτερο ενδιαφέρον την ώρα που άλλες έχουν προαναγγελθεί κι άλλες ιδιωτικές επενδύσεις

εξελίσσονται ήδη στην Κέρκυρα. Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται για την ανάπτυξη που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω και τις δυνατότητες της λαϊκής κατανάλωσης, αξίζει τον κόπο μια ματιά.

Αρχικώς η επένδυση στου πρ. Χανδρή, που τόσο μας τυράννησε η διαχείριση της δωρεάς, λέγεται ότι εκτός του αντιτίμου της αγοράς (σ.σ. που μάλλον δεν μας αφορά αφού δεν πρόκειται να δούμε ούτε σεντ), η κατασκευή έχει ήδη ανατεθεί σε μεγάλη εταιρεία που ήλθε με το "στράτευμά" της και ήδη δουλεύει. Με τούτα και με 'κείνα μάλλον αυτό που προσδοκάμε απο την επένδυση είναι να "πουλήσουμε" εργασία όταν όμως ολοκληρωθεί και λειτουργήσει. Η διαγωγή της νέας διαχείρισης απέναντι στη γειτονά της, αναμένεται με ξεχωριστό ενδιαφέρον. 

Ο ίδιος συλλογισμός, πάνω κάτω, αφορά και στα άλλα ξενοδοχεία που ανακαινίζονται και λέγεται ότι θα μπουν στην αγορά αυτό το καλοκαίρι. Το Σαν Στέφανο, το Μαρμπέλα, το Σιπροτέλ στην παραλία της Αχαράβης... Όσο για την επένδυση στον Ερημίτη, παράγοντες προσκείμενοι στην εταιρεία ισχυρίζονται πως η NCH Capital μπορεί να έχει καταβάλει τα 30 εκατ. στο ελληνικό Δημόσιο αλλά δεν προχωράει όσο το κλίμα απέναντί της είναι εχθρικό και πάντως περιμένει τι θα γίνει με τις προσφυγές.

Η Κέρκυρα άλλωστε βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης από το καλοκαίρι του 2012 ακόμα. Γι' αυτό παράγονται κρεβάτια ώστε να ικανοποιήσουν την αυξημένη ζήτηση, που αναμένεται και φέτος. Το ζητούμενο παραμένει η συγκράτηση εδώ μεγαλύτερου ποσοστού από την παραγόμενη στην παροχή υπηρεσιών, προστιθέμενη αξία. Αυτή μπορεί κυρίως να συγκρατηθεί με την αύξηση της αμοιβής της εργασίας και την "αντιπαροχή" της επενδυτικής δραστηριότητας και λειτουργίας προς την τοπική Διοίκηση. Δράση αναγκαία ώστε να μπορέσει εκείνη να αποκαταστήσει τη δημόσια υποδομή, που χρόνο με τον χρόνο βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση.

Κι εδώ το ζήτημα δεν είναι αποκλειστικά και μόνον ρευστότητας, είναι οικονομικό και με την οργανωτική του διάσταση εφόσον ο δημόσιος μηχανισμός είναι αδύνατον να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενώ ο ιδιωτικός παίρνει το μερτικό του (σ.σ. ολοένα και μεγαλύτερο) και φεύγει από την τοπική οικονομία.