Κώστας Χρυσικόπουλος "Ντύνοντας" τις Φιλαρμονικές με πατρόν και με βελόνι...

• Κι αν, ρε συ, Κώστα, η «πασχαλινή κάθοδος» των Φιλαρμονικών σκορπά στους άλλους δέος, ο άνθρωπος, που έχει συμβάλει στη δημιουργία της εικόνας, πώς μπορεί να νιώθει;

(... κι ένα στοίχημα ζωής) - Του ΗΛΙΑ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ
H ΣΤΙΓΜΗ... Άπλαστη έννοια. Άπιαστη. Αζύμωτη. Αερική και ‘λεύτερη. Με χνάρι, όμως, βαθύ. Πατημασιά θεριού. Όχι στο χώμα και «στη γης». Εντός. Στο λογισμό και στ’ όνειρο, που, σαν περάσει, διερωτάσαι: Στ’ αλήθεια, το ‘ζησα; Υπήρξε; Ε, αδελφέ... Συ, που διαβάζεις ετούτες τις γραμμές. Αν δε σου το ‘παν, ξέρε το˙ ευτυχισμένος άνθρωπος λογιέσαι, που έχεις να το λες: «Κάποτε, σ’ έναν τόπο λουσμένο μ’ ομορφιά, μ’ αξίωσε και μένα ο Θεός, μια φορά μου -μία, έστω- να το ζήσω...» Το θάμα και το φως. Το Πάσχα των Φαιάκων. Κι όλες εκείνες τις εικόνες, τις στιγμές, που συνθέτουνε το μύθο. Θέλεις μια; Παρασκευή απόβραδο ή Μέγα Σάββατο πρωί - διάλεξε μονός σου. Ακούς; Τα χάλκινα. Και το «ποτάμι», που πλησιάζει. Με βήμα επιβλητικό. Απρόσμενο. Διαυγές....
• Κι αν, ρε συ, Κώστα, η «πασχαλινή κάθοδος» των Φιλαρμονικών σκορπά στους άλλους δέος, ο άνθρωπος, που έχει συμβάλει στη δημιουργία της εικόνας, πώς μπορεί να νιώθει;
(Η ματιά του χάνεται διαγώνια, στ’ αόριστο...) «Περιγράφεται, νομίζεις; Πώς να στο πω... Σαν παιδί, που του δίνουν γλειφιτζούρι! Ασύλληπτο συναίσθημα. Χαρά, συγκίνηση, ανατριχίλα, βούρκωμα στα μάτια˙ όλα μαζί. Και πόσα ακόμα...»
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ είναι ο άνθρωπος, που «ντύνει» τις Φιλαρμονικές της Κέρκυρας - ή, όπως θα σου πουν οι ντόπιοι, «που φτιάχνει τις στολές». Όλων; «Ναι, με όλες συνεργάζομαι. Τις τρεις της πόλης, της υπαίθρου, αλλά και της Ζακύνθου, της Λευκάδας, της Κεφαλονιάς. Συν τα ένστολα σώματα (Αστυνομία, Πυροσβεστική, Λιμενικό), συλλόγους και, φυσικά, τη “συμβατική” ένδυση. Δόξα τω Θεώ, τα πάντα κάνουμε...» Ο πρώτος πληθυντικός πηγαίνει για το team του, «τα κορίτσια. Λείπουν σήμερα»˙ λογικό, μεσημεράκι Κυριακής. «Γιατί από βδομάδας...»
ΑΠΟΤΕΛΕΙ μια πάγια συνθήκη στην ετήσια ατζέντα του. «Πάντα», εξηγεί, «τον Μάρτη, ενόψει Βαϊων και Μ. Εβδομάδας, οι παραγγελίες των Φιλαρμονικών αυξάνονται. Μια τότε και μια ενόψει 28ης Οκτωβρίου και Πρωτοκύριακου. Τότε, δηλαδή, που συνηθίζουν να κάνουν την πρώτη υπηρεσία τους οι νέοι μουσικοί...»
• Παραδοσιακά, ποια Φιλαρμονική μετρά τις περισσότερες παραγγελίες;
«Η “Παλαιά”. Aν και παλαιότερα, αθροισματικά, την ξεπερνούσαν οι Φιλαρμονικές της υπαίθρου - μιλώντας συνολικά. Τρέχαμε και δε φτάναμε, ωράρια τρελά. Σε αριθμούς, με το δικό μας δυναμικό, μιλάμε για εφικτή παραγωγή 50 στολών / 1,5 μήνα. Με την κρίση, η κατάσταση “μαζεύτηκε”...»
ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ πρώτες, σκόρπιες. Συστάσεις, εν είδει εισαγωγής, καθώς το κόκκινο αμάξι πλησιάζει στην εστία του... καλού: ένα φωτεινό, ισόγειο ραφείο - εργαστήρι, κάπου στη Λευκίμμη. Η πληροφορία (αυτό το ενδιαφέρον out of town, το φαινομενικά «οξύμωρο» σε σχέση με το εύρος του έργου) έστεκε από νωρίς κυκλωμένη στο organizer. Σύντομα, θα την πλαισίωνε μια επιπλέον σημείωση: μια διακριτή, στο λόγο και την κινησιολογία του Χρυσικόπουλου, «αστική ευγένεια», πέρα απ’ το μέσο προσδοκώμενο της περήφανης υπαίθρου. Η υποψία πως εδώ υφήρπε ένα elegacy υπόβαθρο, ζήτησε (και πήρε) εξηγήσεις, αναμοχλεύοντας διακριτικά βιογραφίες...
• Από πότε, ακριβώς, ασχολείσαι με την κατασκευή στολών των Φιλαρμονικών;
«Στην Κέρκυρα επέστρεψα το ’87, μετά από 12 χρόνια στην Αθήνα. Απόφοιτος του “Βελουδάκη” και με δικό μου ατελιέ στο Κολωνάκι...»
ΑΛΛΑ ας πιάσουμε το νήμα απ’ την αρχή...
«Από μικρός, στο Γυμνάσιο (εδώ, Λευκίμμη), επειδή μου άρεσε η ραπτική, μαθήτευσα δίπλα σε παλιούς, καλούς “μάστορες” του χωριού. Τον Κωνσταντίνο Κοττινά, τον Μάκη και τον Στέφανο Χρυσικόπουλο, τον μαστρο-Γιάννη... Και στα 17, δίχως να ρωτήσω κανέναν, έφυγα γι’ Αθήνα. Εκεί, έτοιμος ήδη στις βασικές γνώσεις, εργάστηκα σε βιοτεχνίες. Ήθελα, όμως, να εξελίξω και εξειδικεύσω τη δουλειά μου. Κι έτσι, παράλληλα με τη δουλειά, γράφτηκα στ’ απογευματινά της σχολής “Βελουδάκη”, με καθηγητή τον κ. Ιωαννίδη. Εκεί γνώρισα και τη μακαρίτισσα την πρώτη γυναίκα μου. Κι όταν τελείωσα από φαντάρος, μας προτάθηκε από συναδέλφους, που ήξεραν τη δουλειά μας, να πάρουμε ένα χώρο στη Βουκουρεστίου, στο Κολωνάκι, για να φτιάξουμε το δικό μας ατελιέ. Κι έτσι έγινε: η Ισμήνη, εξαιρετική σε βραδινή φορέματα - νυφικά κι εγώ, στα ανδρικά κουστούμια. Ώσπου λόγοι υγείας της συζύγου μου, επέβαλαν την επιστροφή μας στο νησί. Και το χωριό. Μολονότι η σκέψη μου ήταν η πόλη, όπου, κακά τα ψέματα, στη δική μας δουλειά, ήταν και είναι η “καρδιά” της όλης κίνησης...»
• Η «εισαγωγή» στο κομμάτι των Φιλαρμονικών;
«Ερχόμενος εδώ, με δεδομένο ότι αυτά που έφτιαχνα στην Αθήνα ήταν... για την Αθήνα, σκέφτηκα τι μπορώ να κάνω. Κι εκεί, ήρθε η ιδέα: Φιλαρμονικές και σώματα ενστόλων. Τότε υπήρχαν κάποιοι παλαιοί συνάδελφοι, που έχουν “φύγει” πια, όλοι στην πόλη, που έφτιαχναν τις στολές. Ο Μιχάλης Σέρβος, ο Γιώργος Κάντας, ο Μωραϊτης... Άνθρωποι της παλαιάς σχολής, που είχαν μοιράσει μεταξύ τους τις δουλειές: ο Σέρβος, π.χ, είχε την “Παλαιά”, ο Κάντας τον “Καποδίστρια”, ο Μωραϊτης το Σκριπερό... Τους βρήκα. Τους συστήθηκα. Τους εξήγησα...»
• Η υποδοχή;
«Μ’ αγκάλιασαν, σαν να ήμουν παιδί τους! Είχαν ένα σπάνιο ήθος αυτοί οι άνθρωποι. Παράλληλα, δε, έβλεπαν έναν νέο άνθρωπο, που θα συνεχίσει το έργο τους, δεν θα τ’ αφήσει να χαθεί...»
ΟΠΩΣ θυμάται ο Χρυσικόπουλος, οι πρώτες... αναθέσεις, ήταν οι ραφές των παντελονιών, «με τις δυο, τσόχινες ρίγες, ραμμένες επιπρόσθετα στο πλάι. Παράλληλα, φρόντιζα να μαθαίνω μυστικά του επαγγέλματος - τα οποία δεν είχα ποτέ μάθει στη σχολή. Ένα βασικό; Πώς είναι η σωστή κοπή - ραφή σ’ ένα σακάκι μουσικού, ώστε να μην τον στενεύει ενώ παίζει στο δρόμο. Έτσι έμαθα πως, σε σχέση με την κλασική γραμμή ενός σακακιού, η μανικοκόλληση πρέπει να είναι όσο πιο “μικρή”, ώστε, όπως ο μουσικός σηκώνει το όργανο, να “φαρδαίνει” στην πλάτη και να είναι πιο άνετο. Να, δες... (παίρνει απ’ την άκρη ένα mainstream πατρόν. Και με το σαπουνάκι γραφής, “διορθώνει” το ύψος, περίπου 1,5 εκατ. “Kαλά είμαστε...”). Εντέλει, όλα αυτά τα μυστικά, μαζί με την προσωπική ματιά μου -παράδειγμα, τα δικά μου σακάκια είναι πιο μεσάτα σε σχέση με τα πιο μονοκόμματα παλιά- διαμόρφωσαν την προσωπική μου ταυτότητα...»
• Και η οποία, σε επίπεδο δημιουργίας μιας πλήρους πια στολής, πρωτοεκφράστηκε...
«…στην “Μάντζαρος”. Η πρώτη ολοκληρωμένη στολή, που έφτιαξα ποτέ. Κι έπειτα, της Φιλαρμονικής του Δήμου Θιναλίου. Νέα τότε, επί Μαχειμάρη. Η πιο αγαπημένη μου, ωστόσο, ως “παιδί” που το δημιούργησα σχεδόν εξ αρχής, είναι η νυν στολή της “Kαποδίστριας” - είναι κι αυτό το κόκκινο, που “γράφει” εξαιρετικά». Στην ώρα του...
Σ’ όλη της τη διάρκεια, η κουβέντα συνοδεύεται από μικρές περιηγήσεις στο χώρο του εργαστηρίου. Δεκάδες πατρόν, ράφια με πολύχρωμες κλωστές, μεζούρες, τόπια, χάρακες, διαβήτες, το σχεδιαστήριο με το μεγάλο ψαλίδι της κοπής, κούκλες και ντουλάπες με δεκάδες δείγματα στολών, οι ραπτομηχανές˙ καθεμιά για άλλη χρήση και τη δική της ιστορία. Όπως η κατάμαυρη Durkopp, «γερμανικής κατασκευής, για τις οπές των κουμπιών. Ξέρεις από πότε είναι; Πριν τον Β’ Παγκόσμιο! Αλλά δουλεύει μια χαρά...».
• Και η δίπλα;
«Αυτή, πλην άλλων, εξυπηρετεί στην κατασκευή των πηλικίων».
• Τι εννοείς; Φτιάχνεις και (τα) πηλίκια;
«Και όχι μόνο... Ένα πλήρες πακέτο μας, περιλαμβάνει σακάκι, παντελόνι, πηλίκιο, κορδόνια (σιρίτια) και επωμίδες. Θέλεις tips;»
ΠΗΛΙΚΙΑ «Το πρώτο, που έφτιαξα ποτέ, ήταν της “Mάντζαρος”. Όχι παραγγελία, ως δείγμα δουλειάς. Τότε, Αρχιμουσικός ήταν ο αείμνηστος, Στέφανος Δολιανίτης. “Μαέστρο, είμαι αυτός και στο ‘φερα να κρίνεις”. Το πήρε, το έστριψε και τ’ άφησε να δει, αν επανέρχεται! “Πολύ καλή δουλειά”, αλλά με μία παρατήρηση: πως τα πηλίκια της Κέρκυρας, είναι τα “αυστριακά”. Ενώ αυτό ήταν “γαλλικό” - στιλ “ντε Γκωλ”. Δηλαδή; Ενώ και τα δύο έχουν σχήμα τυμπανοειδές, τα “αυστριακά” είναι πιο χαμηλά από το πίσω μέρος τους. Δεν το ήξερα. Το έμαθα...»
Info Μοναδική εξαίρεση στα «τυμπανοειδή» πηλίκια των κερκυραϊκών Φιλαρμονικών, τα «μαλακά» της «Παλαιάς». Αν και πολλά, πάντα σε χρήση, φέρουν εσωτερικά την υπογραφή του παλαιού μάστορα, Γιώργου Κάντα, τα νέα δεν τα φτιάχνει ο Χρυσικόπουλος. «Παραγγελία στην Αθήνα...»
ΣΙΡΙΤΙΑ-ΕΠΩΜΙΔΕΣ «Όλα τα φτιάχνουμε εδώ, στο χέρι. Με υλικό (πολυεστέρας), που προμηθευόμαστε από Αθήνα, χρώματος λευκού ή εκρού, περνώντας τα, ανάλογα τη Φιλαρμονική, με την αντίστοιχη, ανεξίτηλη βαφή».
Βγάζει γνώση η λαλιά του Χρυσικόπουλου. Εμπειρία. Ασφάλεια. Αλλά και μια βαθιά σύνδεση γύρω απ’ τη λέξη - έννοια «Φιλαρμονική», που δεν εξαντλεί την αιτιολογία της στο επαγγελματικόν του πράγματος. «Οικογενειακώς», λέει, «το “μπουμπούλι”, όπως λέμε στο χωριό, με τις μουσικές, κρατάει από παλιά. Ο παππούς μου, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Φιλαρμονικής Λευκίμμης (“πορτοκαλί”). Και μετά, ως μουσικοί, θητεύσαμε όλοι. Εγώ (απ’ τα 13 - αργότερα και στη διοίκηση), ο αδελφός μου, τα παιδιά μου, τα ανίψια μου - σόι πάμε! Πέρα απ’ το γεγονός ότι, ως μουσικός (αλτικόρνο), έχω βγει και με την “Καποδίστριας” και με τη “Μάντζαρος” - η “Παλιά” μου έχει ξεφύγει (γελάει). Υπάρχει, κατ’ επέκταση, ένα ισχυρό βιωματικό κομμάτι. Μια αγάπη, αλλά και μια πολύ καλή εκ των έσω γνώση των αναγκών και της αγωνίας των παιδιών και των γονιών τους, όταν πρόκειται να πρωτοβγούν»...
• Ένα βίωμα και... ένα όνειρο, σωστά; Ας κλείσουμε μ’ αυτό, που μου ‘λεγες πιο πριν...
«Ναι. Ένα μεγάλο όνειρο: να μεταφέρω ένα κομμάτι της επιχείρησης στην πόλη, ώστε να μπορώ να διαφημίσω καλύτερα τη δουλειά μου και, κυρίως, τις ίδιες τις Φιλαρμονικές μας. Αξίζει, Ηλία. Σ’ ένα νησί μουσικό, όπως η Κέρκυρα, δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει μία έκθεση για τις Φιλαρμονικές. Δεν είναι δυνατόν -το ζω κι εγώ, ως μουσικός- να πηγαίνουμε μια φορά το χρόνο, των Βαϊων, στην πόλη και να μας ρωτάνε “από πού είστε;” Για μένα, το να το καταφέρω είναι ένα στοίχημα ζωής. Δρομολογημένο. Κι, ευελπιστώ, υλοποιήσιμο...»
ΚΑΣΜΙΡΙ & ΦΑΝΕΛΑ
«Το ύφασμα το προμηθευόμαστε από Αθήνα. Σύμμικτο, 55% κασμίρι και 45% φανέλα (βαμβάκι ή μαλλί) - θέμα αντοχής και θερμοκρασίας (με μια μόνο ποιότητα στο 100% ή ζεσταίνεσαι ή κρυώνεις). Συχνά με ρωτάνε αν το μπλε “Μαντζάρου” και “Παλαιάς” είναι ίδιο. Όχι. Ναι μεν έχουν σκούρα μπλε βάση, αλλά υπάρχει διαφορά στο ύφασμα. Και σε ποιότητα και σε απόχρωση. Της “Παλαιάς” είναι ένα εξαιρετικό blue-black, με πράσινη ούγια, που μοιάζει με μαύρο, αλλά δεν είναι. Ύφασμα (το μοναδικό), που φέρνουν οι ίδιοι, απ’ την Ιταλία και “δένει” καταπληκτικά με τις μπορντό λεπτομέρειες από επιπρόσθετα ραμμένη τσόχα, όπως και οι αντίστοιχες λευκές της Φ.Ε.Μ. (του μπλε - ρουά)».
ΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΚΟΥΜΠΙ ΤΗΣ Φ.Ε.Κ.
Για τον Χρυσικόπουλο, η (σχεδόν) εξ αρχής δημιουργία της νέας στολής της «Καποδίστριας», αποτελεί, δημιουργικά, την κορυφαία του στιγμή. Οι στολές, από την άλλη, «Μαντζάρου» και «Παλαιάς», μένουν πιστές στο παραδοσιακό μοτίβο, «της γαλλικής φρουράς» (τέλη 18ου αι.). Δίχως -και καλώς- κάποια διαπιστωμένη διάθεση αλλαγή - πόσω μάλλον, δραστικής. Ως εκ τούτου, «το μόνο που πρότεινα κάποια στιγμή, ήταν να επαναφέρουν το κουμπί, που είχε η Φιλαρμονική ίσως κι από ιδρύσεώς της: ένα υπέροχο κουμπί, όπου, αντί για λύρα, ήταν χαραγμένη η “απήδαλος ναυς”. Το κουμπί αυτό (και το μικρό και το μεγάλο) σώζεται - έχω κι εγώ. Ενώ έχει... επιβιώσει και σε κάποιες απ’ τις παλαιότερες στολές. Με δεδομένη την υψηλή αισθητική του και της προσήλωσης της Φ.Ε.Κ. στο παραδοσιακό στοιχείο, νομίζω ότι η γενικευμένη παραγωγή και χρήση του, είναι μια όμορφη ιδέα...»
«ΣΤΗΝ “ΠΡΩΤΗ”, M. ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ’08, ΔΑΚΡΥΣΑ...»
(... δημιουργώντας τη στολή της «Καποδίστριας»)
Η «Καποδίστριας» συνεργαζόταν μ’ ένα συνάδελφο στην πόλη. Ωστόσο, το 2007, επ’ ευκαιρία μιας χρηματοδότησης, αποφάσισαν να φτιάξουν νέες εμφανίσεις, προκηρύσσοντας διαγωνισμό.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, με καλεί στο γραφείο του ο μαέστρος, ο Μιχ. Μιχαλόπουλος, με το Δ.Σ. - όλοι ευγενέστατοι. «Τα φώτα σου...» Μάλιστα, μου έδειξαν και κάποιες εμφανίσεις από ξένες μπάντες (αγγλικές, στρατιωτικές), ωστόσο, απάντησα ότι είμαστε Κέρκυρα κι έχουμε τη δική μας παράδοση. Άρα, έπρεπε να εστιάσουμε στο κόκκινο - μαύρο και, από εκεί και πέρα, να ανανεώσουμε κόψιμο και λεπτομέρειες. Παράδειγμα; Το παλαιό δείγμα σακακιού ήταν με μαύρα, οριζόντια τσεπάκια δεξιά κι αριστερά. Δεν μ’ άρεσαν. Έτσι, το ίδιο κιόλας βράδυ, σχεδίασα το νέο δείγμα: κάθετες τσέπες, με χρυσαφί διάκοσμο (στην ίδια λογική οι απολήξεις των μανικιών, ο γιακάς, τα «παράθυρα» στην πλάτη κ.λπ.) και την επομένη έκανα το πατρόν για ένα μεσαίο, ανδρικό σώμα.
Μια εβδομάδα πριν την εκπνοή των ημερομηνιών για την κατάθεση των προσφορών, τους πάω τη στολή, σε κούκλα. Τους άρεσε πολύ, εκκρεμούσε, ωστόσο, κάτι, που αναγραφόταν ρητά στη σύμβαση: η νέα ζώνη - αντί της ως τότε μαύρης, με την τετράγωνη αγκράφα και τη λύρα.
Όπως, λοιπόν, είμαι στο γραφείο του μαέστρου, βλέπω μια εικόνα του Καποδίστρια. «Αυτό είναι», σκέφτηκα - αλλά δεν είπα τίποτα. Τη ζήτησα, απλά, σε ψηφιακή μορφή, για να τη βάλω... κορνίζα στο μαγαζί! Υπήρχε, την πήρα και γύρισα Λευκίμμη. Εννιά το βράδυ, ημέρα Πέμπτη...
Κατενθουσιασμένος, πήγα κατευθείαν στο εργαστήρι κι άρχισα να ζωγραφίζω τη ζώνη. Και το πρωί, με την πρώτη πτήση, άυπνος και δίχως να πω σε κανέναν τίποτα, παίρνω ένα τζιν, ένα σακ-βουαγιάζ, το βιβλιάριο τραπέζης και το σχέδιο και φεύγω γι’ Αθήνα!
Στις 8, ήμουν Καστέλα. Σ’ έναν παλιό μάστορα, που έφτιαχνε τα κουμπιά και τις λύρες των στολών των Φιλαρμονικών, αλλά και τα ξίφη των Ευελπίδων...
-Κύριε Νίκο, θέλω μια ζώνη (αγκράφα) με το πρόσωπο του Καποδίστρια. Έφερα και το δείγμα...
-Θα σου στοιχίσει. Χρειάζεται καινούργια μήτρα (σκάλισμα σχεδίου στο σίδερο) και κάνει 2.500 ευρώ.
(Κόστος δικό μου -συν την παραγωγή 250 δερμάτινων, λευκών ζωνών σε μια άλλη μαστόρισσα, που έφτιαχνε τις ζώνες του Ναυτικού- απλά και μόνο, για να πάρω τη δουλειά...)
-Γυρίζω σ’ ένα τέταρτο...
Πάω Πασαλιμάνι, πίνω, πρωί - πρωί, δυο τσίπουρα να... συνέλθω κι αποφασίζω να ρισκάρω: «Κι αν δεν πάρω τη δουλειά, δε βαριέσαι... Έπαιξα κι έχασα...»
Πάω, λοιπόν, τράπεζα, σηκώνω τα λεφτά κι επιστρέφω στον κυρ-Νίκο...
-Θα το κάνω...
-Αύριο (Σάββατο) μεσημέρι έλα να δεις το προ-δείγμα...
Πήγα. Και... τρελάθηκα! Καταπληκτική δουλειά - ακόμη και η υπογραφή του Καποδίστρια, που είχα σχεδιάσει, φαινόταν με κάθε λεπτομέρεια...
-Προχώρα!
-Τρίτη, θα είναι έτοιμη. Και να ξέρεις, τη δουλειά θα την πάρεις! Εγώ στο λέω...
Όταν την Τρίτη επέστρεψα, ο μάστορας είχε βάλει το σχέδιο σε μια εντυπωσιακή κασετίνα, απ’ αυτές που βάζουν τα ξίφη τους οι Ευέλπιδες. Ήταν κάτι εντυπωσιακό, πέταξα απ’ τη χαρά μου.
Στο μεταξύ, ο Μιχαλόπουλος με έπαιρνε τηλέφωνο, καθώς την Παρασκευή ήταν η Γ.Σ. και δεν είχε νέα μου...
-Πού βρίσκεσαι, τι γίνεται με τη ζώνη;
-Μαέστρο, μπορείς αύριο (Τετάρτη) μεσημέρι να μου ανοίξεις τη Φιλαρμονική, να σου δείξω κάτι;
Γυρίζω, λοιπόν, Κέρκυρα και την επομένη πάω στη Φιλαρμονική με την κασετίνα.
-Τι μας έφερες, πάλι;
-Αγόρασα ένα φλάουτο (!) για την κόρη μου, αμερικάνικο και ήθελα να στο δείξω.
Και κάπου εκεί, άνοιξα την κασετίνα...
-Τι κόσμημα είναι αυτό; Η ζώνη της στολής;
Την παίρνει και τη «φορά» στην κούκλα με τη στολή, που ήταν ακόμη στο γραφείο του...
-Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Έλα την Παρασκευή, νωρίς...
Ήταν, θυμάμαι, αρκετοί οι υποψήφιοι. Και από άλλα μέρη της Ελλάδας. Αλλά όταν η στολή με τη ζώνη δοκιμάστηκαν (επειδή, μάλιστα, δεν υπήρχε διαθέσιμος άνδρας μουσικός, τη φόρεσε η κλαρινετίστας της Φιλαρμονικής, η Μαρία Μπούα) και είδα τον ενθουσιασμό, το θέμα «κλείδωσε». Κι όταν το Μ. Σάββατο του 2008, έγινε η πρώτη δημόσια εμφάνιση και «έπιασα» τις αντιδράσεις του κόσμου, τι να στο κρύψω; Δάκρυσα. Απ’ τις ωραιότερες μέρες της ζωής μου...
Photo Credits: ΙΩΑΝΝΑ ΣΑΡΛΗ
EN THE MAGAZINE Απρίλιος 2022